top of page

Οι αρχαίοι Έλληνες θεοί δεν ήταν Έλληνες

Έγινε ενημέρωση: 6 Σεπ


Τό μόρφωμα τῶν λεγομένων «ἀρχαιολατρῶν», ἀποτελεῖ σήμερα μιά μεγάλη πολεμική πρόκληση όχι μόνο κατά τῆς Ορθοδοξίας καί κατά τοῦ συνόλου σχεδόν τοῦ πιστοῦ ὀρθοδόξου ελληνικού λαοῦ αλλά και μία διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας, συλλέγοντας κείμενα που παρερμηνεύουν σκόπιμα και μετατρέπουν την αλήθεια σε μια προπαγάνδα, σε μία αποψη-καρικατούρα χωρίς να υπάρχει ιστορικό υποβαθρο, χωρίς να παραπέμπουν σε καμμία ιστορική πηγή.


Αυτο το καλά οργανωμένο σχέδιο εξυπηρετεί συμφέροντα διαφόρων ανθελληνικών φατριών με στόχο την υποβίβαση της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, την υποβίβαση της προσφοράς των αγωνιστών και μεγάλων μορφών της Επανάστασης που ελευθέρωσαν την Ελλάδα απο τους Οθωμανούς, οι οποίοι πίστευαν ακράδαντα στον Χριστό, προσπαθούσαν να κρατήσουν την πίστη τους όρθια γιατί αυτή τους έδινε το κουράγιο να παλέψουν ενάντια στον «εξισλαμισμό κατά την διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το να προσχωρήσουν, δηλαδή, οι Ελληνες στη θρησκεία του Ισλάμ με αποκήρυξη της πίστης τους στον Χριστό, είτε με την πειθώ, είτε με την δωροδοκία, είτε με τη βία».


Αυτοί είπαν «Υπερ πίστεως και πατρίδος», πρώτα είπαν «υπέρ Πίστεως» και μετά «υπερ πατρίδος». Και αυτό επειδή θεωρούσαν τους εαυτούς τους βυζαντινούς Ελληνες χριστιανούς και όχι αρχαίους Ελληνες που πίστευαν στην Ολύμπια θρησκεία. Η αρχαία Ελληνική θρησκεία ειχε καταρρεύσει αιώνες πριν, όχι επειδή κάποιοι την κατέστρεψαν, αλλά επειδή οι ίδιοι οι Ελληνες έπαψαν πλέον να πιστεύουν σε αυτήν, αναζητώντας την αλήθεια για τον έναν και μοναδικό Θεό. Κατάλαβαν ότι οι ολύμπιοι θεοί ήταν υπαρκτά πρόσωπα, ήταν βασιλείς που είχαν θεοποιηθεί σε άλλες χώρες και έτσι εισήχθησαν στον ελλαδικό χώρο.


Οι φιλόσοφοί μας δεν πίστευαν στην Ολύμπια θρησκεία. Δείτε αναλυτικά εδώ


Το πλέον προπαγανδιστικό επιχείρημα εἶναι αὐτό τῆς δῆθεν μή «συμβατότητας» τοῦ Χριστιανισμοῦ μέ τόν Ἑλληνισμό! Τονίζουν μέ ἔμφαση καί ένα αρρωστημένο πάθος πώς ὁ Χριστιανισμός εἶναι «ἑβραιογενής αἵρεση», ἡ ὁποία δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τήν «ελληνική κοσμοθέαση».


Ὁ Χριστιανισμός πρεσβεύει, κατ’ αὐτούς τόν «ἄγριο, κακοῦργο, δυνάστη καί βλοσυρό θεό τῆς ἐρήμου» τόν «Γιαχβέ», τοῦ ὁποίου «ἡ δουλόφρων πίστη σέ ἐκεῖνον», δέν ταιριάζει μέ τήν «ἐλευθεροφροσύνη τῶν Ἑλλήνων».


Διαδίδουν πώς ἡ ἐπικράτηση τοῦ Χριστιανισμοῦ, στούς πρώτους χριστιανικούς αιῶνες, δέν εἶναι προϊόν ἐλεύθερης ἐπιλογῆς τῶν πρώην ἐθνικῶν Ἑλλήνων, ἀλλά ἀποτέλεσμα «βίας, σφαγῶν καί συστηματικῆς γενοκτονίας»!


Ὑποστηρίζουν μάλιστα μέ στόμφο πώς ὁ Ἑλληνισμός «βρίσκεται σέ κατοχή ἐδῶ καί 1600 χρόνια», «ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τό δικτατορεῦον δόγμα, μιά ἀλλότρια θρησκεία, ξένη πρός τόν Ἑλληνισμό, ἡ ὁποία καταπιέζει τούς Ἕλληνες»! Πραγματικά ἀπίστευτα πράγματα!


Οἱ Ἕλληνες, κατ’ αὐτούς «ἔχουν δική τους θρησκεία, τοῦ δωδεκαθέου, τήν μόνη ἑλληνική, ἡ ὁποία γεννήθηκε στήν Ἑλλάδα, ὡς προϊόν ὑψηλῆς συλλήψεως». Ἡ ἀναβίωσή της ὑποστηρίζουν ὅτι «θά ἀπαλλάξει τόν Ἑλληνισμό ἀπό τήν ἑβραιοχριστιανική καταπίεση καί θά τόν ξαναβάλει στήν τροχιά προόδου»!


Θά ἐπιχειρήσουμε νά ἀποδείξουμε μέ ἐπιστημονικά στοιχεῖα πώς αὐτό τό μόρφωμα πού οἱ «ἀρχαιολάτρες» ἀποκαλοῦν «πατρώα θρησκεία» καί «μόνη ἑλληνική θρησκεία» καί μέ κομπασμό ἀποκαλοῦν τούς ἀνύπαρκτους θεούς τοῦ δωδεκαθέου «ἕλληνες θεούς» δέν εἶναι καί τόσο «ἑλληνική θρησκεία» ὅσο νομίζουν.

Οἱ «ἕλληνες θεοί» τοῦ δωδεκαθέου δέν εἶναι καθόλου ἕλληνες, ἀλλά στό σύνολό τους εἶναι... εἰσαγόμενοι ἀπό «βάρβαρους» λαούς!

Μία ἐπισταμένη, λεπτομερής καί προπαντός ἐπιστημονική μελέτη τῶν πηγῶν γιά τίς καταβολές καί τή διαμόρφωση τῆς ἀρχαιοελληνικῆς θρησκείας ἀποδεικνύει περίτρανα πώς οὔτε «γηγενής» οὔτε «ἑλληνική» ὑπῆρξε, διότι στή μακραίωνη πορεία της προσέλαβε τόσα ξένα στοιχεῖα, ὥστε εἶναι δυσδιάκριτο τί εἶναι ἑλληνικό καί τί εἰσαγόμενο σέ αὐτή.


Τα αρχαιολογικά ευρήματα

Μέ ὁδηγό τά ἀρχαιολογικά εὑρήματα μποροῦμε νά σχηματίσουμε μιά ἀρκετά σαφῆ εἰκόνα τῶν θρησκευτικῶν ἀντιλήψεων καί πίστεων τῶν κατοίκων τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου πρίν γίνει ἡ κάθοδος τῶν γνωστῶν ἑλληνικῶν φύλων στήν Ἑλλάδα ( γύρω στά 2000 π.Χ.). Οὔτε λόγο γιά δωδεκάθεο δέν μποροῦμε νά κάνουμε σέ αὐτή τήν περίοδο.


Οἱ θρησκευτικές ἀντιλήψεις τῶν Πελασγῶν, τῶν Λελέγων, τῶν Ταφίων, τῶν Κουρητῶν καί ἄλλων προελληνικῶν φύλων ἦταν σαφῶς τοτεμιστικοῦ καί φετιχιστικοῦ καί ἀνιμιστικοῦ χαρακτῆρα. Κυριαρχοῦσε σέ αὐτούς ἀπόλυτη παχυλή εἰδωλολατρεία. Ἡ θρησκεία τους ἦταν κατά βάση λατρεία τῆς φύσεως (λατρεία τῶν ποταμῶν, τῶν βράχων, τῶν δένδρων, τῶν ζώων, των στοιχείων της φύσης, των αστεριών κλπ).

Οἱ Κρητομινωΐτες προχώρησαν κάπως καί ὑπό τήν ἐπίδραση κάποιας μορφῆς μητριαρχίας, καθιέρωσαν τή λατρεία τῆς «Μεγάλης Μητέρας», ἡ ὁποία στήν οὐσία ἦταν ἡ λατρεία τῆς Γῆς ἤ τῆς Φύσεως, προσωποποιημένη στό πρόσωπο τῆς «Μεγάλης Μητέρας», ἡ ὁποία παριστάνονταν μέ χονδροκομμένα εἰδώλια ὡς «θεά τῶν φιδιῶν» καί τῆς γονιμότητας.


Σύμφωνα μέ ἀξιόπιστες μαρτυρίες ἀρχαίων συγγραφέων καί πορίσματα συγχρόνων ἐπιστημόνων ἡ λατρεία τῆς «Μεγάλης Μητέρας» εἰσήχθη στήν Κρήτη ἀπό ἐμπόρους καί ναυτικούς ἀπό τήν Αἴγυπτο. Ἀργότερα ταυτίστηκε μέ τήν Δήμητρα.


Η καταγωγή και η θρησκεία των Αρίων


Τά πρῶτα ἑλληνικά φῦλα, ὅταν κατέβηκαν στόν ἑλληνικό χῶρο, ἔφεραν μαζί τους τίς θρησκευτικές ἀντιλήψεις τῶν Ἀρίων, τῆς μεγάλης ὁμοεθνίας τῶν Ἰνδοευρωπαίων, ἡ ὀποία διακλαδώθηκε καί κατέκλυσε τήν Εὐρωπαϊκή ἤπειρο τήν δεύτερη π.Χ. χιλιετηρίδα.

Ἡ θρησκεία τῶν Ἀρίων εἶχε ὡς βάση τήν λατρεία τῶν προσωποποιημένων φυσικῶν δυνάμεων.

Οι πραγματικοί Άριοι δεν έχουν καμμία σχέση με την, ναζιστικής εμπνεύσεως, «Αρια Φυλή», την «Ανώτερη Φυλή», που έφεραν χαρακτηριστικά νορδικού φυλετικού τύπου, με ξανθούς ψηλούς ανθρώπους με γαλάζια μάτια.

Για να παρουμε μια ιδέα για την ψυχοσύνθεση αυτών των ανθρώπων, «ο Νορδικός τύπος χαρακτηρίζεται από ενεργητικότητα, συναισθηματική ψυχρότητα και εσωστρέφεια. Είναι έντονα ατομιστής, δείχνοντας μικρό ενδιαφέρον για τον συνάνθρωπο. Ταυτόχρονα εκνευρίζεται συχνά και με αγριότητα. Είναι ψυχρός, συχνά σκληρός, ενώ έχει έφεση στη μάθηση και στις επιστήμες και μπορεί να συλλάβει βαθύτερες έννοιες. Από την άλλη, δεν διαθέτει καλλιτεχνικά αισθήματα, δεν έχει έφεση στις τέχνες καθώς έντονα αισθήματα και εκστάσεις του είναι ξένα».


Οι ναζιστές δημιούργησαν μια δικιά τους ανύπαρκτη φυλή που ανήκει καθαρά στη σφαίρα της δικής τους φαντασίας για να εξυπηρετήσει την αντιεπιστημονική ιδεολογία τους και τις δικες τους αρρωστημένες ρατσιστικές τάσεις. Οι σανσκριτικές τελετουργίες είχαν μία βασική θέση στον ναζισμό.

Αριοι είναι οι λαοί που ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή ομοεθνία. Ετυμολογικά, η λέξη Άριος αποτελεί επίσης την ετυμολογική πηγή τοπωνυμίων όπως το Iran (* Aryānām ) και το Alania (* Aryāna- ). Αρα, οι Αριοι ήταν ινδοιρανοί και είχαν ακριβώς τα αντίθετα χαρακτηριστικά από την ξανθογάλαζη ανώτερη φυλή.

Ο όρος Arya είναι ένα ενδωνύμιο (αυτοονομασία) με το οποίο αυτοπροσδιορίζονταν οι ομιλητές του Ινδο-Ιρανικού κλάδου των ΙΕ γλωσσών και το οποίο είχε και την σημασία «ευγενής» στην Σανσκριτική. Για το λόγο αυτό, ο Ινδο-Ιρανικός κλάδος ονομάζεται μερικές φορές και Άριος ή ο ινδικός υποκλάδος αυτής της γλωσσικής οικογένειας ονομάζεται καμιά φορά Ινδο-Άριος. Οσον αφορά την Σανσκριτική θρησκεία έφερε ως σύμβολό της τον αγκυλωτό σταυρό, την σβάστικα, η οποία δεν είναι αρχαιοελληνικό σύμβολο αλλά σανσκριτικό.


Η λέξη σβάστικα προέρχεται από την αρχαία σανσκριτική λέξη "स्वस्तिक" (suastika), που σημαίνει "ευημερία", "καλή τύχη" και "ευημερία", αποτελώντας ένα πανάρχαιο ιερό σύμβολο στον Ινδουισμό και άλλους πολιτισμούς, οπως τον αρχαίο ελληνικό, πριν υιοθετηθεί από το ναζιστικό κόμμα, κάτι που οδήγησε στην ταύτισή της με το μίσος και την απαγόρευσή της στις περισσότερες χώρες.

Η ΣΒΑΣΤΙΚΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΑΛΛΑ ΣΑΝΣΚΡΙΤΙΚΟ.

Η Σανσκριτική (saṃskṛtam संस्कृतम्) είναι η κλασική γλώσσα της Ινδίας και λειτουργική γλώσσα του Ινδουισμού, του Βουδισμού και του Τζαϊνισμού.


Ο Ινδουισμός αναφέρεται ως η αρχαιότερη θρησκεία του κόσμου, καθώς κάποιες από τις ρίζες της ανάγονται στην Εποχή του Σιδήρου (1600 - 600 πΧ.).


Η πρόσμιξη της θρησκείας των Αριων με τους Προέλληνες


Ἡ ἐγκατάσταση τῶν ἑλληνικῶν φύλων στήν Ἑλλάδα καί ἡ ἀνάμειξή τους μέ τούς ντόπιους προελληνικούς πληθυσμούς δημιούργησε μία νέα θρησκευτική κατάσταση.


Οἱ θρησκευτικές ἀντιλήψεις καί παραδόσεις τῶν Ἀρίων ἀναμείχθηκαν μέ τίς θρησκευτικές παραδόσεις τῶν προελλήνων καί προέκυψε ἔτσι ἕνα νέο θρησκευτικό κράμα τοτεμιστικῆς, φετιχιστικῆς καί ἀνιμιστικῆς θρησκείας καί λατρείας τῶν φυσικῶν δυνάμεων.



Οι θεοί στους μυκηναϊκούς χρόνους


Οι Μυκηναϊκοί Χρόνοι καλύπτουν την περίοδο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Ελλάδα, περίπου από το 1600 π.Χ. έως το 1100 π.Χ.. Αυτός ο πολιτισμός, που ονομάστηκε Μυκηναϊκός από το κέντρο του, τις Μυκήνες, αποτέλεσε τη βάση για τους Ομηρικούς χρόνους, ενώ οι ήρωες των ομηρικών επών και πολλοί μύθοι της αρχαίας Ελλάδας έχουν τις ρίζες τους σε αυτή την περίοδο.


Η παρακμή του μυκηναϊκού πολιτισμού συνέβη σταδιακά από το 1230 π.Χ. περίπου, με πολλές τοποθεσίες να καταστρέφονται γύρω στο 1200 π.ΧΛίγο ἀργότερα, καί συγκεκριμένα στούς μυκηναϊκούς χρόνους, ἄρχισε νά διαμορφώνεται μία ἀνθρωπομορφική θεώρηση τῶν θεῶν, στά πρότυπα τῶν μυκηναίων βασιλικῶν οἴκων, σύμφωνα μέ τόν μεγάλο Σουηδό καθηγητή καί πρωτοπόρο μελετητή τῆς ἀρχαιοελληνικῆς θρησκείας Nilsson.


Τότε ἀρχίζουν νά πλάθονται οἱ διάφορες μυθολογικές διηγήσεις, οἱ ὁποῖες ἀργότερα θά καταγραφοῦν ἀπό τούς ποιητές Ὅμηρο καί Ἡσίοδο καί θά ἀποτελέσουν τίς γνωστές μας «Θεογονίες».

Ἡ συγκρότηση τῆς θρησκείας τοῦ δωδεκαθέου τοποθετεῖται ὄχι ἀργότερα ἀπό τό 1200 π.Χ. Ὁ Ὅμηρος ἔγραψε τά ἔπη του τόν 8ο π.Χ. αἰῶνα καί ὁ Ἡσίοδος τόν 7ο π. Χ. αἰῶνα, στίς μέρες τῶν ὁποίων ἔχουμε πλήρη διαμόρφωση τῆς θρησκείας τοῦ δωδεκαθέου.

Τήν ἴδια ἐποχή μέ τήν ἀνάπτυξη τοῦ ἐμπορίου καί τῆς ναυτιλίας, ἔχουμε εἰσβολή καί ἄλλων θρησκευτικῶν στοιχείων στόν ἑλλαδικό χῶρο.


Ο πατέρας της ιστορίας Ηρόδοτος μας πληροφορεί πώς οι περισσότεροι από τούς θεούς, πού αργότερα αποτέλεσαν τό δωδεκάθεο, ήρθαν από τήν Αιγυπτο!

Όλοι οἱ θεοί του δωδεκαθέου, εκτός ίσως τόν Ποσειδωνα, ειναι πιστά αντίγραφα καί εν πολλοῖς ταυτόσημοι θεοί αλλων λαων.

Γενικότερα, Θεοί όπως ο Δίας (DI-WO) και ο Ποσειδώνας (PO-SE-DA-O-NE) μπορεί να θεωρηθεί ότι εισάγονται στο πάνθεον υπό την επίδραση της Μυκηναϊκής Ελίτ, ενώ ως προς τις γυναικείες θεότητες η προέλευση τους ανιχνεύεται στην Πελασγική ελληνική παράδοση, τη Μινωική Κρήτη (πρωτίστως γυναικείες θεότητες) και την ευρύτερη επιροή της Ανατολίας.


Ουρανός

Ὁ πανάρχαιος θεός τῆς ὁμηρικῆς ἡσιόδειου μυθολογίας Οὐρανός εἶναι σαφέστατα ὁ θεός Varuna τῶν Ἀρίων. Στό πανάρχαιο θρησκευτικό ποίημα τῶν Ἰνδῶν Ρίγκ-Βέδδες ὑπάρχουν ἀφηγήσεις θεομαχιῶν παρόμοιες σάν αὐτές πού περιγράφονται στήν ἑλληνική μυθολογία.


Γιά παράδειγμα, να αναφέρουμε την θεομαχία τοῦ οὐράνιου θεοῦ τοῦ φωτός Ἴνδρα μέ τούς μελανούς θεούς τῶν νεφῶν καί τοῦ σκότους (P. Decharme, Ἑλληνική Μυθολογία, τόμ.Α΄,σελ.49).


Κρόνος

Ὁ Κρόνος εἶναι ὁ ἰνδικός Kranan, θεός δημιουργός καί πλάστης. Ὁ μεγάλος μελετητής καί θρησκειολόγος H.G.Guterbock, ὁ ὁποῖος κατόρθωσε καί μετέφρασε χετιτικές ἐπιγραφές, βρῆκε καταπληκτική ὁμοιότητα τῆς ἡσιόδειου θεογονίας μέ τήν χετιτική, ἡ ὁποία εἶναι σαφέστατα ἀρεία. Περιττό νά τονίσουμε πώς οἱ ἐπιγραφές αὐτές εἶναι παμπάλαιες σέ σχέση μέ τήν ἐπόχή τοῦ Ἡσιόδου (7ος π.Χ. αἰών).



Ουρανός-Κρόνος-Ζεύς


Ὁ θεός Anu (Οὐρανός) ἔπαθε, ὅ,τι ἔπαθε ὁ Οὐρανός τῆς Ἑλληνικῆς μυθολογίας.

Ὁ Kumarbi (Κρόνος) ἔκοψε τά γεννητικά ὄργανα τοῦ πατέρα του Anu καί τά κατάπιε. Κατόπιν ἔφτυσε τό σπέρμα καί ἀπό αὐτό γονιμοποιήθηκε ἡ Γῆ καί γέννησε τούς τρεῖς θεούς, τόν Tesab (Δία) καί τούς ἀδελφούς του.


Ὁ Tesab (Ζεύς) ἔκαμε πόλεμο κατά τοῦ πατέρα του Kumarbi καί μέ τή βοήθεια τοῦ τέρατος Ullikummi (Τυφωέως) τοῦ πῆρε τό θρόνο (Μεγάλη Ελλ. Εγκυκλ. Φοίνιξ, τομ.Ι. σελ.145).


Είναι εύκολο να συμπεράνουμε ότι αυτές οι βάρβαρες μυθολογικές καταβολές προέρχονται απο μύθους βάρβαρων λαών και όχι των Ελλήνων οι οποίοι ανέπτυξαν πολιτισμό (επιστήμη, φιλοσοφία, τέχνες) θέτοντας τα θεμέλιά του όχι σε μύθους και στην Ολύμπια θρησκεία αλλά στην έρευνα, την παρατήρηση και την αναζήτηση της αλήθειας.

Δίας

Ὁ Δίας εἶναι ὁ Dyaus - Pitar θεός τῆς βροχῆς καί τοῦ κεραυνοῦ «ἀσφαλῶς ἰνδογερμανικῆς ἀρχῆς» (Μεγάλη Ἑλληνική Ἐγκυκλοπαίδεια Φοίνιξ, τόμ. Ι, σελ. 144), ὁ ὁποῖος ἐπεκράτησε τελικά ὡς ἡ κυριώτερη θεότητα σέ ὅλους τούς λαούς τῆς Ἰνδοευρωπαϊκῆς ὁμοεθνίας. Ἀνάγεται σύμφωνα μέ διαπρεπεῖς μελετητές στήν πατριαρχική δομή τῶν κοινωνιῶν τῶν Ἀρίων (ΘΗΕ,τόμ.5, στ.607).


Στήν Ἑλλάδα πῆρε τό ὄνομα Δίας, στούς Ρωμαίους Jupiter, στούς Κέλτες Dagnde, στούς Τεύτονες Thor ἤ Donar, στούς Σκανδιναβούς Voda, στούς Λιθουανούς Divaitis, κλπ. Πρόκειται βεβαίως γιά τήν ἴδια θεότητα, διότι σέ ὅλες τίς θρησκεῖες τῶν προαναφερομένων λαῶν ἔχει τά ἴδια ἀκριβῶς χαρακτηριστικά!


Ήρα

Ἡ Ἥρα προέρχεται ἀπό τήν σανσκριτική ρίζα swar, πού σημαίνει τόν οὐρανό, ὅπως ἀπέδειξαν οἱ διακεκριμένοι μελετητές Leo Meyer Bemerk καί G. Curtius. Εἶναι καί αὐτή ἀναμφίβολα ἰνδογερμανικῆς προελεύσεως. Λατρευόταν ἀπό τούς Ἰνδοευρωπαίους ὡς ἡ σύζυγος τοῦ Οὐρανοῦ καί μητέρα τῆς Γῆς, ἡ ὁποία γεννᾶ καί τρέφει τά πάντα. Τό ἴδιο πίστευαν καί οἱ Ἕλληνες γιά τήν Τιτανίδα Ἥρα.

Ὡς σύζυγος (καί ἀδελφός) τοῦ «ὑπάτου τῶν θεῶν» θεωροῦνταν ἡ μεγάλη σύζυγος καί ἡ τροφός θεῶν καί ἀνθρώπων! Κάποιοι εἶδαν στό ὄνομα Ἥρα τό θηλυκό τοῦ ἥρωα καί τήν ταύτισαν μέ τό ἰνδικό Ujnoti (Προστάτης), (ΘΗΕ,τόμ.6,στ.57). Στή ρωμαϊκή θρησκεία ὀνομαζόταν Hera.


Αθηνά

Ἡ Ἀθηνᾶ εἶναι ἀλλοιωμένος τῦπος τῆς σανσκριτικῆς λέξεως Ahana πού σημαίνει αὐτή πού καίει. Ὁ Schwartz μάλιστα τήν ἀποκαλεῖ ὡς θεά τῆς ἀστραπῆς καί ἀναλύοντας τό ἐπίθετο «Τριτογένεια» τήν ταυτίζει ἀπόλυτα μέ τήν Ἰνδική θεά Trita, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στίς Βέδδες καί ἔχει ταυτόσημες ἰδιότητες μέ τήν Ἀθηνᾶ (P. Decharme, ὅπου ἀνωτ. σελ 122).

Κατ’ ἄλλους εἶναι μετεξέλιξη τῆς κρητομινωϊκῆς «μεγάλης θεᾶς». Ἄλλοι ἐπίσης ταυτίζουν τήν Ἀθηνᾶ μέ τήν αἰγυπτιακή θεά Νηίθ (ΘΗΕ,τόμ,1, στ.598), διότι τά χαρακτηριστικά της εἶναι ταυτόσημα.


Εστία

Ἡ Ἑστία εἶναι καί αὐτή ἰνδογερμανικῆς προελεύσεως. Ἦταν ἡ προσωποποίηση τοῦ ἐφεστίου πυρός. Τό «ἱερό πῦρ» εἶχε μεγάλη σημασία γιά τούς Ἀρίους. Οἱ Ἕλληνες συνέχισαν τήν ἀρεία πίστη στή δύναμη τοῦ «ἱεροῦ πυρός» καί γι’ αυτό τό διατηροὺσαν ἄσβεστο στό δελφικό ἱερό.

Ἡ Ἑστία λατρευόταν καί ἀπό ἄλλους λαούς. Στούς Ρωμαίους ὀνομαζόταν Vesta.


Απόλλων

Ὁ Ἀπόλλων, μία ἀπό τίς κορυφαῖες θεότητες τοῦ δωδεκαθέου, ἀναμφίβολα ἕλκει καί αὐτός τήν προέλευσή του στούς ἰνδοευρωπαίους. Ἡ λατρεία του εἶχε μεγάλη ἐξάπλωση στούς Ἀρίους καί σέ ὁλόκληρη τήν Ἀνατολή. Ὑπῆρξε συγγενής θεότητα τῶν βεδδικῶν ἡλιακῶν θεοτήτων Hindous, Sourya καί Roudra.


Ἡ γνωστή μυθολογική διήγηση γιά τήν νίκη τοῦ δράκοντα Πύθωνα εἶναι κοινή σέ ὅλες τίς φυλές τῆς ἄριας ὁμοεθνίας.

Στίς Βέδδες περιγράφεται ἡ νίκη τοῦ θεοῦ τοῦ φωτός Indra κατά τοῦ ὄφη Ahi ἤ τοῦ Vitra, οὐράνιου δράκοντα τοῦ ὁποίου θραύει τήν κεφαλή.

Στήν Avesta τῶν Περσῶν ὁ ἡλιακός θεός Μίθρας φονεύει τόν ὄφη – σύμβολο τοῦ Ariman.

Τό ἴδιο κάνει καί ὁ ὑπερβόρειος Siegfrid.


Σύμφωνα μέ τόν πολύ Max Muller, ὁ Ἀπόλλων σχετίζεται μέ τή Δάφνη καί ἰσχυρίζεται ὁ διακεκριμένος ἐπιστήμων ὅτι ἡ λέξη προέρχεται ἀπό τήν σανσκριτική λέξη dahana, ἀπό τή ρίζα dah, πού σημαίνει τόν καίοντα, τόν φωτεινό, καί ὅπως εἶναι γνωστό ὁ Ἀπόλλων ἦταν θεός τοῦ φωτός καί μάλιστα ταυτιζόταν μέ τόν ἥλιο!


Ἔρευνες ἐπίσης στήν Ἀνατολή ἀποκάλυψαν ὅτι ὁ Ἀπόλλων ἦταν ὁ έπιφανής θεός τῶν Χετταίων Apulunas (προστάτης τῶν πυλῶν),

(R.Hrozny, παρά G.Meautiw,Muthologie graegue Neuchatel (Suisse) 1959,σελ. 84).


Ο Απόλλων ἦταν θεός των Χετταίων αποδεικνύεται περίτρανα από τίς διηγήσεις του Ομήρου ως προστάτη των Τρώων καί φοβερό πολέμιο των Ελλήνων (ΘΗΕ, τόμ. 6. στ.1120)!

Ο Όμηρος (Ἰλ.Β΄,84) χαρακτηρίζει επίσης τόν Απόλλωνα ως «Λυκηγενή», δηλαδή μαρτυρεῖ ότι κοιτίδα τῆς λατρείας του ήταν η χώρα των Λυκίων της Μ. Ασίας. Κατά πᾶσαν πιθανότητα ἀπό ἐκεῖ πέρασε ἡ λατρεία του στήν Ἀθήνα (Λυκαβητός) (ΜΕΕ, τόμ.Ε΄, σελ.180).

Οἱ Πέρσες λάτρευαν τόν Ἀπόλλωνα στό πρόσωπο τῆς ἡλιακῆς θεότητας τοῦ Μίθρα. Οἱ Τυρρηνοί τόν λάτρευαν ὡς Aplu ἤ Apulu. Οἱ Ρωμαῖοι τόν λάτρευαν ὡς Medicum καί εἶχαν καθιερώσει ἑτήσιες ἑορτές τά Ludi Apollinares.


Άρτεμις

Ἡ «ἀδελφή» του Ἄρτεμη, ἕλκει καί αὐτή τήν καταγωγή της στήν Ἀνατολή, προῆλθε πιθανότατα ἀπό αντίστοιχη άγρια ταυρική θεά, στήν ὁποία γινόταν φρικτές ἀνθρωποθυσίες.

Ἡ θυσία τῆς Ἰφιγένειας καί ἡ μεταφορά της στήν χώρα τῶν Ταυρίων δείχνει ξεκάθαρα τήν σχέση τῆς Ἀρτέμιδος μέ τήν Ταυρία θεά.


Στην Ιφιγένεια εν Ταύροις, ο αρχαίος τραγικός Ευριπίδης μέσα απο το έργο του δεν απέφυγε να θίξει το βαρβαρικό έθιμο της ανθρωποθυσίας προς τιμήν μιας θεάς που υπήρχε στην Ταυρίδα (η σημερινή Κριμαία). Η τραγωδία περιγράφει τις περιπέτειες της Ιφιγένειας ως ιέρειας στον ναό της Αρτέμιδας, όπου οι Ταύροι έθιζαν τη θυσία ξένων που έφταναν στις ακτές τους.

Η Ιφιγένεια ως ιέρεια έπρεπε να θυσιάσει με τα ίδια της τα χέρια τους ξένους.

Η ιστορία κορυφώνεται όταν η Ιφιγένεια αναγνωρίζει τον αδερφό της, Ορέστη, λίγο πριν τον θυσιάσει. Τελικά δραπετεύει μαζί του στην Ελλάδα.


Οἱ Πέρσες τήν λάτρευαν, σύμφωνα μέ τόν Ἡρόδοτο (Ἱστ. Β΄, 137,156), τή δική τους Ἄρτεμη μέ τό ὄνομα Βούβαση καί οἱ Ρωμαῖοι τή λάτρευαν ὡς Diana.

Ο Ηρόδοτος ταυτίζει επίσης τήν Ἄρτεμη μέ τήν άγρια θρακική θεά Βένδη. Μάλιστα στόν Πειραιά μέχρι τά μέσα τοῦ 5ου αιώνα γινόταν ετήσιες εορτές τά Βενδίδεια (ΜΜΕ,τόμ.Ε΄,σελ. 692). Στήν Ελλάδα ήρθε η λατρεία της από τήν Μ. Ασία (Βορεια-κεντρική Ασία), όπου ταυτίστηκε μέ τήν φρυγική Ρέα καί αργότερα μέ τήν Κυβέλη, την μικρασιατική φρυγική χθόνια θεότητα, η οποία γεννήθηκε «ως τέρας» με γεννητικά όργανα αντρικά και γυναικεία. Φοβισμένοι οι θεοί της αφαίρεσαν το ανδρικό όργανο.

Ερμής

Ὁ Ἑρμῆς εἶναι πανομοιότυπος μέ τόν θεό τῶν Ἰνδῶν Σαραμέγια Ἑρμεία. Στίς Βέδδες ἀναφέρεται ὡς θεός τοῦ ὕπνου, ὅπως ἀπέδειξε ὁ Max Muller. Τό ἴδιο καί ὁ Ἑρμῆς συσχετίζονταν μέ τό θάνατο, ὡς ψυχοπομπός.

Ὅπως ὁ Dyaus – Δίας, ἔτσι καί ὁ Σαραμέγια - Ἑρμῆς κατέστη ἐπιφανής θεός στίς θρησκεῖες τῆς ἰνδοευρωπαϊκῆς ὁμοεθνίας, (π.χ. στούς Ρωμαίους ἔγινε Mercury).



Ήφαιστος

Ὁ Ἥφαιστος, σύμφωνα μέ τόν Max Muller, ταυτίζεται μέ τόν θεό τοῦ πυρός καί τῶν ἀστραπῶν τῶν Βεδδῶν Giavishtha. Κοινή εἶναι ἄλλωστε στούς λαούς τῆς Ἄριας ὁμοεθνίας ἡ παράδοση γιά θεούς τῆς φωτιᾶς (ΜΕΕ,τόμ.ΙΒ΄σελ.415).

Ὁ Ἡρόδοτος ταυτίζει τόν Ἥφαιστο μέ τόν αἰγύπτιο θεό Ftha.

Οἱ Ρωμαῖοι τόν λάτρευαν ὡς Vulcanus (προσωποποίηση τοῦ πυρός) καί εἶχαν καθιερώσει ἑορτή, τά Βουλκάνεια (Ἡφαίστεια).


Άρης

Ὁ Ἄρης προέρχεται ἀπό τήν σανσκριτική ρίζα mar καί ταυτίζεται μέ τόν βεδδικό θεό Maruts, πού σημαίνει αὐτόν πού συντρίβει καί καταστρέφει καί ἦταν ὁ θεός τῆς καταιγίδας.

Ο Ηρόδοτος (Ἱστ. Δ΄,59) αναφέρει ότι ο Άρης ταυτίζεται μέ αντίστοιχο άγριο, αἱμοβόρο καί πολεμοχαρή θεό των Σκυθών (ζούσαν στην Κεντρική Ασία), στόν οποίο γίνονταν φρικτές ανθρωποθυσίες.

Ἐπίσης ταυτιζόταν καί μέ τόν ἀσσυριακό καί βαβυλωνιακό Βήλ.

Ἡ λατρεία τοῦ ἄγριου θεοῦ τοῦ πολέμου καί τῆς καταστροφῆς ὑπῆρξε ἰδιαίτερα ἀγαπητή στούς θράκες καί ἀπό ἐκεῖ διαδόθηκε στήν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα. Στους Ρωμαίους λατρευόταν ὡς Mars.


Ισως μπορούμε να αποδώσουμε στην ναζιστική Αρια Φυλή τα χαρακτηριστικά του Αρη, άγριου θεού του πολέμου, της καταστροφής και των ανθρωποθυσιών.


Η Αφροδίτη

Ἡ Ἀφροδίτη προέρχεται ἀναμφισβήτητα ἀπό τήν Ἀσσυρία.

Ο Ηρόδοτος αναφέρει λεπτομέρειες γιά τήν είσοδο της λατρείας της στήν Ελλάδα (Ἱστ. Βιβλ.Α,105).

Η Αφροδίτη αποπέμπουσα ελκυσθέντα Σάτυρο
Η Αφροδίτη αποπέμπουσα ελκυσθέντα Σάτυρο

Πρόκειται γιά τήν πορνική θεά Ἰστάρ ἤ Ἀστάρτη, τῆς ὁποίας ἡ λατρεία πέρασε ἀπό τή Φοινίκη στήν Κύπρο, στά Κύθηρα καί κατόπιν στήν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα!

Οι ιδιότητες της θεάς αποδεικνύουν την ομοιότητά της με διάφορες ανατολικές (σημιτικές) θεότητες, όπως η συριακή Ashera, η Βαβυλωνιακή Ιστάρεια (Ishtar) και η φοινικική Αστάρτη (Ashtarte), Κυβέλη (Kybele), Άθωρ (Hathor).


Μία τελευταία ετυμολόγηση θεωρεί ότι το όνομα "Αφροδίτη" είναι απλά εξελληνισμός και παραφθορά του ονόματος "Νεφερτίτη".





Κατά τον Πλάτωνα (στο «Συμπόσιον») υπήρχαν δύο Αφροδίτες, η μία ήταν η Ουρανία, άσπιλη και αγνή θεότητα, η δε άλλη ήταν η Πάνδημος, η σκανδαλιάρα θεά του ελληνικού πανθέου. Αρκετές αναφορές αρχαίων συγγραφέων τονίζουν ότι στην Κύπρο είχε λατρευτεί η Ουρανία Αφροδίτη.


Κατά τη 2η χιλιετία π.Χ. με την επίδραση της Ανατολής, εισάγεται στη λατρεία της θεάς και το οργιαστικό στοιχείο, το οποίο παίρνει τη μορφή της ιερής πορνείας.


ree

Το έθιμο της ιερής πορνείας κατά την Αρχαιότητα περιγράφεται από τον Ηρόδοτο («Ιστορίαι», βιβλίο Α΄, 199, 1-5), και είναι εκείνος που περιγράφει ότι το έθιμο αυτό υπήρχε στη Βαβυλώνα όπου λατρευόταν η θεά Μύλιττα, σημειώνει δε ότι το έθιμο αυτό ήταν «ο αίσχιστος των νόμων». Περιγράφει την ιερή πορνεία των γυναικών της Βαβυλώνας, οι οποίες μία φορά στη ζωή τους έπρεπε να δοθούν στους ξένους στο ναό της θεάς Του έρωτα Ιστάρ/Αφροδίτης. Ένα στάδιο που έπρεπε να περάσει στη ζωή του κάθε κορίτσι, πριν παντρευτεί, το οποίο και ο Ηρόδοτος χαρακτηρίζει ως το πιο αισχρό.


«Ο δε δη αίσχιστος των νόμων εστί τοίσι Βαβυλωνίοισι όδε. Δει πάσαν γυναίκα επιχωρίην ιζομένην ες ιρόν Αφροδίτης άπαξ εν τη ζόη μιχθήναι ανδρί ξείνω».

Δηλαδή: «Και ο πιο αισχρός από τους νόμους των Βαβυλωνίων είναι ο εξής: κάθε ντόπια γυναίκα πρέπει, καθισμένη στο ιερό της Αφροδίτης, να ενωθεί μια φορά στη ζωή της με έναν ξένο άντρα.»

Ο Ηρόδοτος το περιγράφει ως εξής:

Κάθε γυναίκα είχε καθήκον, μία τουλάχιστον φορά στη ζωή της, να ασκούσε την πορνεία στον ναό της Μύλιττας. Οι γυναίκες πήγαιναν στο ναό, κάθονταν εκεί και περίμεναν. Ο οποιοσδήποτε άντρας διάλεγε μία, της έδινε ένα οποιοδήποτε ποσό χρημάτων (που κατέληγε στον ναό) και επικαλείτο τη θεά. Η γυναίκα τον ακολουθούσε και συνευρισκόταν μαζί του. Κατόπιν εθεωρείτο ότι είχε επιτελέσει το ιερό της καθήκον και επέστρεφε στο σπίτι της.


Οι νέες και ωραίες γυναίκες τελείωναν γρήγορα αφού εύκολα τις επέλεγε κανείς, όμως οι άσχημες μπορεί να περίμεναν πάρα πολύ, μέχρι να επιλεγούν. Οι πλούσιες και αριστοκράτισσες πάλι, δεν κάθονταν στη σειρά μαζί με τις άλλες, αλλά περίμεναν έξω από τον ναό, σε σκεπαστά αμάξια, μαζί με τις συνοδούς τους.


Αργότερα, κατά τη ρωμαϊκή εποχή, ο ναός της Αφροδίτης στην Κόρινθο, για παράδειγμα, απασχολούσε πάνω από χίλιες ιέρειες-πόρνες.


Λατρευτικά Σύμβολα της Αφροδίτης

Ένα από τα κύρια σύμβολα της Αφροδίτης ήταν ο φαλλός, σύμβολο της γονιμότητας και του έρωτα, που λατρευόταν ως ιερή πέτρα. Επίσης την θεά της γονιμότητας συμβόλιζαν ο τράγος, το περιστέρι, η μυρτιά και το ρόδο. Οι ανεμώνες και τα τριαντάφυλλα ήταν τα σύμβολα της θεάς του έρωτα και ταυτόχρονα της βλάστησης.


Την Αφροδίτη, ως προσωποποίηση της Φύσης και των τεσσάρων στοιχείων της, συμβολιζόταν ακόμη και από δέντρα, ψάρια, δίκτυα, πτηνά και από τον δίσκο του Ήλιου. Το σημαντικότερο όμως σύμβολο της θεάς είναι ο κεστός, δηλαδή ο στηθόδεσμος.



Η Δήμητρα (θεά Γή)

Ἡ Δήμητρα (θεά Γῆ) εἶναι προφανῶς ἐξέλιξη τῆς κρητομινωϊκῆς λατρείας τῆς «Μεγάλης Μητέρας», ὅμως προσέλαβε στήν ἱστορική πορεία της πολλά ξενικά στοιχεῖα.

Ο Ηρόδοτος (Ἱστ. ΙΙ,171) αναφέρει πώς η λατρεία της Δήμητρας ηρθε από τήν Αἴγυπτο, τήν έφεραν στήν Ελλάδα οἱ θυγατέρες του Δαναου. Ἴσως νά πέρασε κατ’ ἀρχήν στήν Κρήτη καί ἀπό ἐκεῖ στήν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα.

Στήν Ρίγκ-Βέδδα ἀναφέρεται ἡ θεά Γῆ, ἡ ὁποία εἶναι σύζυγος τοῦ θεοῦ Οὐρανοῦ «ὡς ἀθάνατο ζεῦγος, τούς δύο μεγάλους τοῦ κόσμου γονεῖς» (μετ.Langlois, τόμ. ΙV, ΣΕΛ. 38). Τό ἴδιο καί στήν ἑλληνική μυθολογία ἀναφέρεται ὡς μία ἀπό τίς ἀρχέγονες θεότητες τιτανίδες καί ταυτίστηκε μέ τή θεά Γῆ. Στούς Κέλτες λατρευόταν ὡς Deva.


φρυγική θεά Ρέα καί ἀργότερα ἡ Κυβέλη ταυτίστηκαν μέ τήν Δήμητρα καί ὅλες αὐτές μέ τήν Ἄρτεμη!

Κάποιοι ἄλλοι τήν ταύτιζαν μέ τήν δωδωνιαία Διώνη!


Ο Αδης

Ὁ Ἅδης τέλος ταυτίζεται μέ τόν βεδδικό θεό Aditi ἤ Aditya (P. Decharme, σελ.473). Ἀλλά καί «μικρότερες» θεότητες τῆς ἑλληνικῆς μυθολογίας εἶναι ξένα δάνεια.

Οἱ Χάριτες γιά παράδειγμα εἶναι οἱ βεδδικές θεότητες (θρησκεία των Βέδων, Ινδία) Harites, οἱ Ἄρπυες εἶναι ἐπίσης οἱ βεδδικοί δαίμονες Marouts (ΜΕΕ,τόμ.Ε΄,σελ.653).



Ο Ορφισμός

Ὅμως δέν εἶναι μόνο οἱ ὀλύμπιοι θεοί πού προῆλθαν ἀπό ξένες θεότητες. Γύρω στό 800 π.Χ. ἔκαμε τήν ἐμφάνισή της μία ἀκόμα πίστη, ὁ ὀρφισμός, ὁ ὁποῖος εἰσέβαλε στόν ἑλληνικό χῶρο ἀπό τή Θράκη.


Ο Διόνυσος

Κύριο πρόσωπο λατρείας τῆς θρησκείας αὐτῆς ἦταν ὁ θεός Διόνυσος, ὁ ὁποῖος ἕλκει τήν καταγωγή του στήν Φρυγία τῆς Μ. Ἀσίας. Ἀπό ἐκεῖ πέρασε στή Θράκη καί κατόπιν στήν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα καί τελικά ἐπεκράτησε στούς Ἕλληνες, χωρίς νά συμπεριληφθεῖ ποτέ στό δωδεκάθεο.


Μετά τόν 6ο αἰῶνα μάλιστα ἀνήχθη σέ κύρια λατρεία καί στούς κλασσικούς καί μετέπειτα χρόνους παραγκώνισε ὁ νεοφανής ξενικός αὐτός θεός τό δωδεκάθεο.

Ἡ ὀργιαστική βακχική λατρεία, παραμέρισε τήν «ἤπια» λατρεία τῶν ὀλυμπίων θεεῶν.


Η Ίσις και ο Όσιρις: οι Αιγύπτιοι θεοί


Στούς ἑλληνιστικούς χρόνους, ὅταν ὁλόκληρος ὁ κόσμος «ἑνοποιήθηκε», εἰσέβαλαν στόν ἑλληνικό χῶρο πληθώρα ἀνατολικῶν μυστηριακῶν θρησκειῶν, ὅπως τῶν αἰγυπτιακῶν ἐπιφανῶν θεῶν Ἴσιδος καί Ὄσιρη, τῆς φρυγικῆς Κυβέλης, τοῦ συριακοῦ Ἄδωνη, τοῦ ἰρανικοῦ Μίθρα, κ. ἄ., διότι τό δωδεκάθεο μαζί μέ ὅλες τίς μορφές λατρείας του δέν μποροῦσε νά ἱκανοποιήσει πιά τίς ἐξελιγμένες μεταφυσικές ἀνάγκες τῶν Ἑλλήνων.


Ἐπίσης ἡ ἄγρια κριτική τῶν ἐπιστημόνων καί τῶν ἄλλων σοφῶν προγόνων μας εἶχε περιθωριοποιήσει πρό πολλοῦ τήν παράλογη αὐτή πίστη. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά ἐξοβελίσουν κυριολεκτικά τις ἀνατολικές θρησκεῖες και τό δωδεκάθεο καί νά ἐπικρατήσουν σέ ὁλόκληρη τήν Ἑλλάδα!


Ὁ Πλούταρχος (46-127 μ.Χ.) στό ἔργο του «Περί Ἴσιδος καί Ὀσίριδος» ἀναφέρει πώς ἡ ἐπικράτηση τῶν αἰγυπτιακῶν αὐτῶν θεοτήτων ἦταν τόσο δυναμική, ὥστε ἐγκαταστάθηκαν ἀκόμα καί σ’αὐτό τό δελφικό ἱερό, τό κέντρο τῆς ἀρχαιοελληνικῆς θρησκείας!
Ὁ Παυσανίας ( 2ος μ.Χ. αἰών) ἀναφέρει πώς ἡ αἰγυπτιακή Ἴσις εἶχε ἐκτοπίσει τή Λαφρία Ἀρτέμιδα ἀπό τό ἱερό της στήν Τιθορέα τῆς Βοιωτίας.

Ἐπίσης σέ πρόσφατες ἀνασκαφές στό Δίον, κάτω ἀπό τόν Ὄλυμπο, ἀνακαλύφθηκε πελώριος ναός καί ἄγαλμα τῆς Ἴσιδος.


Οἱ Ἕλληνες σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα λάτρευαν μέ πάθος τήν ξενική θεά καί τήν ἀνήγαγαν σέ ὕψιστη θεότητα, παραγκωνίζοντας τήν παραδοσιακή θρησκεία, ἡ ὁποία ὅδευσε ραγδαῖα πρός τήν τέλεια παρακμή της.

Το κίνημα του Νεοπλατωνισμού

Στούς ρωμαϊκούς χρόνους ἔχουμε τήν ἐμφάνιση καί ἀνάπτυξη τοῦ μυστικοπαθοῦς θρησκευτικοφιλοσοφικοῦ κινήματος τοῦ νεοπλατωνισμοῦ, τό ὁποῖο ἐπιστρατεύτηκε νά ἀναχαιτίσει, χωρίς ἀποτέλεσμα, τόν ἀνερχόμενο Χριστιανισμό.

Ηταν ενα κράμα ιουδαϊκών, ιρανοπερσικών και μαγικών στοιχείων, αναμειγμένα μέ τήν πλατωνική φιλοσοφία.

Τό συγκρητιστικό αὐτό σύστημα ὑπῆρξε, σύμφωνα μέ τόν ἀείμνηστο φιλόσοφο καί ἀκαδημαϊκό Ι.Θεοδωρακόπουλο, ἡ ταφόπετρα τῆς ἀρχαιοελληνικῆς φιλοσοφίας!

Μαζί μέ τόν νεοπλατωνισμό ἔσβησε καί ἡ ἀρχαιοελληνική θρησκεία.


Η άγνοια των αρχαιολατρών

Ἀκοῦμε ἀπό τούς «ἀρχαιολάτρες» νά ὁμιλοῦν γιά «τρεῖς χιλιάδες», «ἑπτά χιλιάδες», «δώδεκα χιλιάδες», ἀκόμα καί «εἴκοσι χιλιάδες χρόνια ἑλληνικῆς θρησκείας» παραμερίζοντας ὅλα τά ἐπιστημονικά στοιχεῖα, πού δίνουν τήν πραγματική ἱστορία τῆς ἀρχαιοελληνικῆς θρησκείας, τῶν ὀποίων ὁρισμένα ψήγματα παραθέσαμε σέ αὐτό τό ἄρθρο.


Δέν μᾶς ἐκπλήσσει αὐτός ὁ ἀνιστόρητος καί ἀντιεπιστημονικός τους ἰσχυρισμός, διότι δέν εἶναι ὁ μόνος. Ἡ ἀλήθεια ἐνοχλεῖ ἀλλά πρέπει νά λέγεται.


Η ξενικής επίδρασης θρησκεία του δωδεκαθέου δέν εχει περισσότερο ἀπό 1500 χρόνια υπαρξης καί ως κύρια θρησκεία των Ελλήνων δέν ξεπερνα τά 500 χρόνια!

Κατόπιν αυτοῦ γιά ποιά «γηγενῆ» καί «γνήσια ἑλληνική» θρησκεία ὁμιλοῦν οἱ «ἀρχαιολάτρες»; Γιά ποιά πατρώα θρησκεία ὁμιλοῦν, ὅταν ὅλες οἱ παραπάνω μορφές θρησκευτικότητας ὑπῆρξαν «πατρῶες θρησκεῖες» άλλων λαών;


  • Ἡ τοτεμική, φετιχιστική καί ἀνιμιστική μορφή λατρείας τῶν Πελασγῶν δέν ἦταν «πατρώα θρησκεία»;

  • Ἡ θρησκεία τῶν πρωτοελλήνων δέν ἦταν «πατρώα θρησκεία»;

  • Ὁ μυστικοπαθής ὀρφισμός δέν ἦταν «πατρώα θρησκεία»;

  • Ὁ ὀργιαστικός βακιχισμός δέν ἦταν «πατρώα θρησκεία»;

  • Ἡ λατρεία τῆς Ἴσιδος, τῆς Κυβέλης, τοῦ Μίθρα δέν ἦταν «πατρώα θρησκεία»;


Ὅλες αὐτές οἱ μορφές θρησκευτικότητας καλύπτουν ὁλόκληρη τήν ἀρχαιότητα. Γιατί τό δωδεκάθεο νά ἀποτελεῖ ἐξαίρεση;

Μήπως ὅλοι αὐτοί οἱ λατρευτές δέν ὑπῆρξαν πρόγονοί μας;

Τό πόσο «ἑλληνική» ἦταν ἡ ἀρχαιοελληνική θρησκεία τό γνωρίζουν πολύ καλά καί οἱ ἴδιοι οἱ «ἀρχαιολάτρες».

Ὅμως ὁ φανατισμός, ἡ ἡμιμάθεια καί προπαντός ἡ ἐμπάθεια πρός τόν Χριστιανισμό δέν τούς ἀφήνει νά δοῦν μέ ξεκάθαρο μάτι τήν οἰκτρή πλάνη τους.

Ἄς πάψουν πιά νά ὁμιλούν γιά «ἑλληνική» ἀρχαία θρησκεία καί γιά «ξενική» χριστιανική θρησκεία.


Ἄς ἀνοίξουν τά μυωπικά πνευματικά τους μάτια γιά νά διαπιστώσουν ὅτι (οἱ περισσότεροι τουλάχιστον ἀπό αὐτούς) εἶναι ἀκούσια ὄργανα τοῦ διεθνοῦς ἀποκρυφισμοῦ, τῆς Νέας Ἐποχῆς (New Age), τῆς «ὁποίας ἐξυπηρετοῦνται τά καταχθόνια σχέδια μέ τόν καλλίτερο τρόπο, μέ τήν ἀναβίωση τῶν αρχαίων παγανιστικῶν θρησκειῶν.

Γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές ἄς συγκρίνουν τίς «θρησκευτικές» ἀρχές τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τῆς θρησκείας τοῦ δωδεκαθέου καί θά διαπιστώσουν μιά καταπληκτική ταυτότητα!

Πάντως ὡς πρός τήν «ἑλληνικότητα» τῆς ἀρχαίας θρησκείας προσπαθοῦν νά πείσουν μόνο τόν ἑαυτό τους...


Η αρχαιοελληνική θρησκεία δεν ήταν και τόσο «ελληνική»!

Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητοῦ

Σχόλια


  • Facebook

Να έχεις πίστη. Κάνε εγγραφή.

Το μήνυμά σας στάλθηκε με επιτυχία

bottom of page